
Ήταν καλοκαίρι του 2002. Αύγουστος. Επέστρεφα με μία αγαπημένη παρέα απο το νησί , κουβαλώντας μέσα μου όλες τις μυρωδιές και τις εικόνες μιας γιορτής. Η Ελλάδα γιόρταζε την Παναγία και όλοι φορούσαν τις αγκαλιές και τα χαμόγελά τους. Μυρωδιές απο κάπαρη, γλυκό του κουταλιού και σπιτικό κόκκινο κρασί. Όλα μαζί μπερδέυονταν ερωτικά , νοσταλγικά ...Η ματιά μου, στο πέλαγος που άφηνα πίσω μου , παρέα με μιά χούφτα γλάρους που τραγουδούσαν μαζί με τα κύμματα .
Και εκεί στην πρύμη, την είδα. Ολοζώντανη. Πληθωρική και αγέρωχη.
Την φωνή της νιότης μου. Στο χέρι της ένα τσιγάρο και ένα φλιτζάνι καφέ.
Το σώμα της στηριζότανε στα κάγκελα , κοιτούσε το νησί και σιγοτραγουδούσε έναν παλιό σκοπό. Η πιό πολυταξιδεμένη φωνή της Ελλάδας.
Σκοποί και νότες ήρθαν στο μυαλό μου, μπλέχτηκαν με την θάλασσα και έγιναν ένα σύνολο με μαέστρο εμένα . Τα χείλη μου , δίχως να ξέρω πως, παρασύρθηκαν στους στίχους της Λίνας , που μαζί χάρισαν πολλά ..."Μα εγώ μιλάω για δύναμη,της ελπίδας ισοδύναμη, και γυρνάω στην αθωότητα,την παλιά μου την ταυτότητα....".
Και τώρα, εδώ. Στην πόλη, μετά απο επτά καλοκαίρια, αναζητώ στίχους και νότες . Όχι αυτές της ευρωπαϊκής παράτας , με τα στράς και τους ακροβάτες αλλά τις μουσικές που θα έρθουν μαζί μου στο νησί ...γιατί..." εμένα με συμφέρει δωμάτια που κοιτάνε τον Αύγουστο ..."